Στις 20 Μαϊου τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. στα Πάταρα της Λυκίας. Αρκετά μικρός ορφάνεψε και διαθέτοντας την τεράστια περιουσία που κληρονόμησε, στους έχοντες ανάγκη, αφιερώθηκε στον ασκητικό βίο. Λόγω των ικανοτήτων του και της αγάπης που έτρεφε γι’ αυτόν ο λαός, έλαβε το αξίωμα του αρχιεπισκόπου Μύρων.
Υπέμεινε κακουχίες και φυλακίσεις, όμως όταν ανήλθε στον αυτοκρατορικό θρόνο ο Μέγας Κωνσταντίνος ελευθερώθηκαν όλοι οι χριστιανοί και έτσι ο Νικόλαος επανήλθε στο αρχιεπισκοπικό θρόνο. Μάλιστα έλαβε μέρος στην Α’ Οικουμενική Σύνοδο. Ο Άγιος Νικόλαος θαυματουργούσε εν ζωή αλλά και μετά την κοίμησή του το 330 μ.Χ.
Η πρώτη ανακομιδή των λειψάνων του Αγίου Νικολάου έλαβε χώρα στα 1087. Στις 9, 10 και 20 Μαϊου τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία η Ανακομιδή ή Μετακομιδή ή Πρόοδος των Λειψάνων του Αγίου Νικολάου. Παρακάτω θα δούμε γιατί υφίσταται αυτή η ημερολογιακή διαφορά.
Η δεύτερη ανακομιδή πραγματοποιήθηκε όταν ο τάφος του στο Μπάρι της Ιταλίας, ανοίχθηκε το 1953 κατά την διάρκεια αναστήλωσης, την νύκτα της 5ης Μαΐου. Τα λείψανα του Αγίου βρέθηκαν να πλέουν σε ένα διαυγές, άχρωμο και άοσμο υγρό, το οποίο είχε βάθος τρία περίπου εκατοστά. Η εξέταση του υγρού αυτού απέδειξε, ότι επρόκειτο για καθαρό νερό, ελεύθερο από άλατα και καθαρό από μικροοργανισμούς. Το υγρό αυτό προήρχετο από τις μυελοκυψέλες των σπογγωδών οστέων.
Η τρίτη ιστορικά ανακομιδή έγινε την νύκτα της 7ης Μαΐου 1957, με σκοπό νέα αναγνώριση, καταμέτρηση, ανατομική και ανθρωπολογική μελέτη, πριν την οριστική κατάθεση στην λάρνακα, μετά το πέρας της αναστήλωσης. Πιστοποιήθηκε η γνησιότητα των οστών, αποδείχθηκε επιστημονικά η μυροβλυσία τους και επίσης ότι η πάροδος του χρόνου δεν άμβλυνε την μνήμη των βασικών χαρακτηριστικών της μορφής του Αγίου, όπως τα διέσωσε η Ορθόδοξη εικονογραφική παράδοση.
Όσον αφορά την ημερολογιακή διαφορά που σχετίζεται με την εορτή Ανακομιδής των λειψάνων, ο Απ. Τσαφερόπουλος σημειώνει, ότι «το 1087, επί Αυτοκράτορος Αλεξίου του Κομνηνού (1081 – 1118), η επαρχία της Λυκίας και η μητρόπολίς της, τα Μύρα, δεινοπαθούσαν από τους Αγαρηνούς και το τίμιο Λείψανο βρίσκεται σε ανασφάλεια. Γι’ αυτό οι μοναχοί που διακονούν στο προσκύνημα του αγ. Νικολάου, συναινούν στην πρόταση «εμπόρων» από το Μπάρι της Ιταλίας, που στην πραγματικότητα ήταν κληρικοί, να πραγματοποιήσουν την ανακομιδή των Λειψάνων και την μετακομιδή στην πατρίδα τους, ώσπου να περάσει ο κίνδυνος» (Απ. Τζαφερόπουλου αυτ., σελ. 17 – 18).
Το «Δελτίο του Αγ. Νικολάου», που εκδίδεται από το παράρτημα των Δομινικανών του Μπάρι στην Ελλάδα, γράφει τα εξής: «Στις 9 Μαιου 1087, τρία εμπορικά καράβια από το Ιταλικό Μπάρι έμπαιναν ξανά στο λιμάνι τους, ύστερα από ένα ταξείδι στην Αντιόχεια της Κοίλης Συρίας. Ένα από αυτά έφερνε κάποιο «παράξενο φορτίο» που προκάλεσε την συγκίνηση της πόλης που το υποδέχθηκε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό και είχε τον λόγο της. Το είχε παραλάβει από τα Μύρα της Μικρασιατικής Λυκίας, όπου προσέγγισε μαζί με τα άλλα δύο κατά την επιστροφή τους στο Μπάρι. Το φορτίο αυτό δεν ήταν άλλο από τα ιερά Λείψανα του αγίου Επισκόπου Μύρων Νικολάου του Θαυματουργού. Τα είχαν αρπάξει οι ναύτες τους από τον τάφο του, σ’ ένα ληστρικό τους εγχείρημα κατά της Βασιλικής του Αγίου, όπου αναπαύονταν επί αιώνες» (Φ. 5, Μαιου 1989).
Ακόμη, οι Βενεδικτίνοι Μοναχοί του αββαείου του Αγίου Αυγουστίνου στο Ράμσγκεϊτ της Βρετανίας, δέχονται ότι τα λείψανα «εκλάπησαν από Ιταλούς ναυτικούς» (“The Book of the Saints”, 1948, σελ. 441).
Κλείνοντας, μπορούμε να συνοψίσουμε στο γεγονός ότι η Εκκλησία τιμά την Ανακομιδή των λειψάνων ενός εκ των μεγαλυτέρων Αγίων της, ανεξαρτήτως των συνθηκών κάτω από τις οποίες έγινε. Η δε διαφορά στον εορτασμό της σε κάποιες περιοχές, έγκειται στο γεγονός ότι μεταφερόμενα τα λείψανα στην Ιταλία πέρασαν προσκυνηματικώ τω τρόπω από διάφορα μέρη, σε διαφορετικές φυσικά ημερομηνίες. Έτσι, έμεινε στην παράδοση κάθε τόπου ο εορτασμός σε συγκεκριμένη ημερομηνία.