Σας καλωσορίζουμε στο επίσημο ιστολόγιο του Ι.Ν. Αναλήψεως Μεγάρχης - Σας Ευχαριστούμε πολύ για την επίσκεψη σας.

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΗΨΕΩΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ 200 ΧΡΟΝΩΝ.


Ο ενοριακός ναός της Αναλήψεως του Σωτήρος αποτελεί κτίσμα νεωτερικό. Χτίστηκε στα θεμέλια του προϋπάρχοντος ομώνυμου ναού, ο οποίος κατεδαφίστηκε καθώς είχε καταστεί στατικά επικίνδυνος από τον ισχυρό σεισμό των Σοφάδων (1954).  Η παράδοση τοποθετεί το κτίσιμο του παλαιότερου ναού της Αναλήψεως στα 1819, συνδέοντάς το με τη χορηγική δράση της κυρά Βασιλικής των Ιωαννίνων.

Σύμφωνα με την λιθανάγλυφη επιγραφή, πάνω από τη νότια είσοδο, οι εργασίες ανέγερσης του σύγχρονου  ναού, που επαναλαμβάνει τον αρχιτεκτονικό τύπο και τις διαστάσεις του παλαιότερου, ξεκίνησαν το 1957, επί αρχιερατείας του τότε Μητροπολίτη Τρίκκης και Σταγών Δωρόθεου. Ο νέος ναός εγκαινιάστηκε 1965 από τον διάδοχό του Μητροπολίτη κ. Διονύσιο.
Στο εσωτερικό του ναού τοποθετήθηκε ο ξυλόγλυπτος εξοπλισμός του προγενέστερου ναού, που αποτελείται από το τέμπλο, τον άμβωνα και τον δεσποτικό θρόνο. Το επιβλητικό τέμπλο αποτελεί ένα άριστο δείγμα της ηπειρώτικης ξυλογλυπτικής. Σύμφωνα με την χρονολογία η οποία αναγράφεται πάνω από την Ωραία Πύλη, φιλοτεχνήθηκε το 1819.
Εκτείνεται  σε όλο το πλάτος του ναού, με ευθύγραμμη κάτοψη στα πλάγια κλίτη και υποχώρηση στο κεντρικό. Η τεχνική λάξευσής του είναι μικτή: έξεργο ανάγλυφο, διάτρητο και κουφωτό (σκαλιστό στον αέρα). Είναι βαμμένο με χρυσό, ασημί χρώμα, ενώ κάποια σημεία φαιδρύνονται  με πράσινο χρώμα.
Μορφολογικά ακολουθεί την τυπική τριμερή διάταξη, που αρθρώνουν η βάση  με τη ζώνη των δεσποτικών εικόνων, ο θριγκός (επιστύλιο) με τις εικόνες του Δωδεκαόρτου και η επίστεψη με το σταυρό και τα δύο λυπηρά. Το τέμπλο τόσο ως προς τη διάρθρωση όσο και ως προς την τεχνική και το θεματολόγιό του παρουσιάζει μεγάλη ομοιότητα με εκείνα στους ναούς, των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Μεγάλο Κεφαλόβρυσο, του Αγίου Νικολάου στη Βασιλική, της Αγίας Παρασκευής στο Φλαμούλι και σειρά άλλων τέμπλων της εποχής που επιχωριάζουν στα πεδινά κυρίως τμήματα των νομών Τρικάλων και Καρδίτσας.
Τα οκτώ θωράκια (ποδιές) και τα ισάριθμα πανωθωράκια (κάτω  κεταμπέδες) της βάσης του τέμπλου κοσμούνται με ποικίλα θέματα. Κάποια από αυτά δηλώνονται με σαφήνεια, όπως το Προπατορικό Αμάρτημα (το δέντρο με το φίδι, ο Αδάμ και η Εύα) και η Εκδίωξη των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο, ενώ κάποια άλλα έχουν συμβολικό περιεχόμενο.
Οι ιπτάμενοι άγγελοι που ανακρατούν στέμματα, σύμβολο της βασιλείας, αντλούν από λειτουργικά κείμενα και παραπέμπουν στις προσωνυμίες «βασιλεύς των βασιλέων» για τον Χριστό και «Παντάνασσα» για την Παναγία. Ανάλογους συμβολισμούς αντανακλούν οι παραστάσεις λεόντων με στέμμα και σκήπτρο.
Η σύνθεση που αποκαλείται «΄Ωσπερ Πελεκάν» συμβολίζει τη θυσία του Χριστού. Σύμφωνα με την παράδοση, όταν φίδι δάγκωνε τα παιδιά του πελεκάνου, αυτός τα γλύτωνε από τον θάνατο, τρυπώντας το στήθος του και δίνοντάς τους το αίμα του. Η παράδοση αυτή αποτυπώνεται στα Εγκώμια της Μεγάλης Παρασκευής, όπου ο Χριστός παρομοιάζεται « Ώσπερ πελεκάν τετρωμένος την πλευράν σου, Λόγε, στους θανόντας παίδας εζώωσας, επιστάξας ζωτικούς αυτοίς κρουνούς».
Γύρω από τα προαναφερθέντα θέματα και τα υπόλοιπα μετάλλια ή θυρεούς περιελίσσονται ανθοφόροι κλάδοι, στους οποίους εντάσσονται μορφές αγγέλων, χερουβείμ,  σε εραλδική στάση,  ελάφια και πουλιά που ραμφίζουν καρπούς, αετοί που σκοτώνουν φίδια κ. ά.  Όμοια διακόσμηση  με τη μορφή ανθοστήλης φέρουν και οι πεσσίσκοι.
Στη ζώνη των δεσποτικών εικόνων έχουν τοποθετηθεί οκτώ εικόνες, με τον έφιππο άγιο Δημήτριο να σκοτώνει τον επίσης έφιππο Σκυλογιάννη, τον άγιο Βησσαρίωνα Β΄ Λαρίσης, την Ανάληψη του Χριστού στην οποία τιμάται ο ναός, την Βρεφοκρατούσα Παναγία, τον Χριστό Παντοκράτορα, τον Ιωάννη τον Πρόδρομο, τον άγιο Νικόλαο και τον έφιππο και δρακοντοκτόνο άγιο Γεώργιο.
Οι εικόνες του αγίου Δημητρίου και του αγίου Βησσαρίωνος φέρουν το έτος αγιογράφησής τους και  την υπογραφή του δημιουργού τους.  Πρόκειται για έργα του ζωγράφου Θεόφιλου  από τη "γότζιστα" Ιωαννίνων, που φιλοτεχνήθηκαν  στα "1820 /απρι:(λιου) 16" και "1820 /μαρτίου : 28" , αντίστοιχα.
Οι εικόνες της Ανάληψης  και του Χριστού Παντοκράτορα που συνοδεύονται μόνο από την υπογραφή του ζωγράφου τους : "Χείρ / Χρυσάνθου ιερομονάχου"  και "Χείρ / Χρυσά/νθου / εκ δούσ/κου", θεωρούνται σύγχρονα έργα με τις δύο  προηγούμενες. Ο αγιογράφος τους ταυτίζεται με τον ιερομόναχο Χρύσανθο που το 1815 φιλοτέχνησε  τις δεσποτικές εικόνες  στο τέμπλο  του καθολικού  της Μονής Αγίου Γεωργίου Μυροφύλλου. Στην δραστηριότητα του ίδιου προσγράφονται η εικόνα  της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας με τον άγιο Βησσαρίωνα  και τον Όσιο Ζωσιμά (1813), όπως και  ο σταυρός και τα βημόθυρα του τέμπλου (1816) στη Μονή Δουσίκου, η σειρά των δεσποτικών εικόνων στο τέμπλο του ναού της Αγίας Παρασκευής  Φλαμουλίου (1817) και τα βημόθυρα του τέμπλου στο ναό  του Αγίου Χριστοφόρου Κοντινών Ιωαννίνων (1817).
Στα κεμέρια (ημικυκλικά ξυλόγλυπτα) πάνω από τα επίθυρα των τριών ανοιγμάτων του τέμπλου σκαλίζονται ο Μυστικός Δείπνος (κεντρικό) και σκηπτροφόροι δικέφαλοι αετοί (πλάγια), ενώ σε εκείνα που επιστέφουν τις εικόνες η Ανάληψη του Χριστού, η Μετάσταση της Θεοτόκου, τα σύμβολα των ευαγγελιστών και χερουβείμ.
Ο θριγκός (επιστύλιο) του τέμπλου διαμορφώνεται πλαστικά γέρνοντας προς τον κυρίως ναό, ενώ στο κεντρικό τμήμα του προεξέχει κουβούκλιο που δίνει κίνηση στο σύνολο. Η καμπυλωτή κατώτερη ζώνη του επιστυλίου κοσμείται  με το θέμα της αμπέλου. Στο κέντρο κάτω από το κουβούκλιο και την χρονολογία 1819 αναπτύσσεται το θέμα της Ρίζας του Ιεσσαί (Ησαΐας, ΙΑ΄ 10), συμβολική παράσταση του γενεαλογικού δένδρου του Χριστού. Ο προπάτορας του Χριστού Ιεσσαί παριστάνεται «γέρων μακρυγένης, εξαπλωμένος». Από την κοιλιά του εξέρχεται κορμός αμπέλου οι κληματίδες της οποίας προχωρούν προς τα πλάγια. Σε αυτές εντάσσονται  ελάφια και πουλιά που ραμφίζουν τους καρπούς τους, φανταστικά ζώα, όπως χίμαιρες, και κυκλικά στοιχεία, κατά αποστάσεις, που προορίζονταν για τις μικρογραφίες των προπατόρων του Χριστού.
Στην υπερκείμενη ζώνη παρατάσσονται δέκα εικονίδια με σκηνές από το Δωδεκάορτο, τα οποία πλαισιώνουν το κεντρικό εικονίδιο με το Άγιο Μανδήλιο.  Σε αυτά ιστορούνται οι σκηνές: Γέννηση της Θεοτόκου, Γέννηση του Χριστού, Υπαπαντή, Βάπτιση, Μεταμόρφωση (αριστερά), Έγερση του Λαζάρου, Μυστικός Δείπνος, Σταύρωση, Ανάσταση και Ανάληψη.
Το σύνολο καταλήγει στο σύμπλεγμα τεσσάρων δρακόντων που υποβαστάζουν τον σταυρό με τον Εσταυρωμένο και τα λυπηρά με την Παναγία και τον μαθητή Ιωάννη αντίστοιχα. Η διαφορετική τεχνική απόδοση του τμήματος αυτού και των αντίστοιχων στα πλάγια κλίτη (άβαφα τμήματα), με τους περιβαλλόμενους από βλαστούς ακάνθου αετούς, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο της μεταγενέστερης κατασκευής του.  Στην εκτίμηση αυτή  συνηγορεί και η επιγραφή του σταυρού, αν  δεν μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα ο σταυρός να αγιογραφήθηκε μετά την κατασκευή του ξυλόγλυπτου.
Η αφιέρωση του σταυρού «δέησις και δαπάνης του ενδε/σιμοτάτου ζαχρίου ιερέος και Γεωρ/γίου ιερέος έστο εις μνημόσινόν τους αιώνι/ον» που αναγράφεται στο ύψος του δεξιού χεριού του Εσταυρωμένου συμπληρώνεται, στο ύψος των ποδιών του,  από  την υπογραφή του ζωγράφου και το έτος αγιογράφησής του:  «δια χιρός εμού / του αμαρτουλού / ζίση εκόμης σαμ/αρινέους {1849}. Στο ύφος των Σαμαριναίων ζωγράφων παραπέμπουν επίσης η εικόνα του δρακοντοκτόνου αγίου Γεωργίου της ζώνης των δεσποτικών καθώς κι εκείνη των πρωτοκορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου στον δεσποτικό θρόνο. Στο ίδιο κλίμα εντάσσονται και τα εικονίδια με τους αποστόλους στον άμβωνα που χρονολογούνται,με επιγραφή, στα 1887.
 Η τεχνική εκτέλεση του ξυλόγλυπτου στον δεσποτικό θρόνο προσιδιάζει σε εκείνη της επίστεψης του τέμπλου, του ανώτερου τμήματος του άμβωνα και της ολόσωμης και ολόγλυφης μορφής του αρχαγγέλου στην βάση του. Αντίθετα το ξυλόγλυπτο που αναπτύσσεται στο, με μορφή ανεστραμμένου κώνου, κατώτερο τμήμα του άμβωνα φαίνεται ότι προέρχεται από τον υψηλής αισθητικής και ικανότερο ως προς την τέχνη του ταγιαδόρο (ξυλογλύπτη) του τέμπλου.