Η Ακυλίνα καταγόταν από εύπορη οικογένεια της Παλαιστίνης κι έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Διοκλητιανού.
Σε ηλικία μόλις πέντε ετών, βαπτίσθηκε από τον Επίσκοπο Ευθάλιο και από νεαρή ηλικία άρχισε να κηρύττει και να διδάσκει το λόγο του Θεού, προσελκύοντας στο χριστιανισμό συνομίληκές της, κόρες ειδωλολατρών.
Η δράση της καταγγέλθηκε στον ανθύπατο Ουλοσιανό, ο οποίος αφού τη συνέλαβε, προσπάθησε με κάθε τρόπο να την αναγκάσει να απαρνηθεί την πίστη της.
Η Ακυλίνα αντέστη σθεναρά και τότε εξοργισμένος ο ανθύπατος τη χτύπησε βίαια στο πρόσωπο, με αποτέλεσμα το νεαρό κορίτσι να πλημμυρίσει από αίματα.
Στη συνέχεια την υπέβαλε σε φρικτά βασανιστήρια και στο τέλος ο καταντροπιασμένος Ουλοσιανός, που δεν κατόρθωσε να κάμψει την πίστη ενός αδύναμου κοριτσιού, διέταξε τον αποκεφαλισμό της.
Απολυτίκιο
Παρθένος ακήρατος και αθληφόρος σεμνή εδείχθης τοις πέρασι τη αγαπήσει Χριστού, Ακυλίνα θεόνυμφε· συ γαρ καθάπερ ρόδον νοητὸν τεθηλυία, επνεύσω εν αθλήσει της αγνείας την χάριν πρεσβεύουσα τω Κυρίω σώζεσθαι άπαντας.